repudiate$69465$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

repudiate$69465$ - translation to ελληνικό

CONCEPT IN THE LAW OF CONTRACTS
Anticipatory breach; Repudiate; Repudiated; Repudiates; Repudiating

repudiate      
v. αποκηρύσσω, αποβάλλω, απαρνιέμαι

Ορισμός

Repudiate
·vt To divorce, put away, or discard, as a wife, or a woman one has promised to marry.
II. Repudiate ·vt To refuse to acknowledge or to pay; to Disclaim; as, the State has repudiated its debts.
III. Repudiate ·vt To cast off; to Disavow; to have nothing to do with; to Renounce; to Reject.

Βικιπαίδεια

Anticipatory repudiation

Anticipatory repudiation or anticipatory breach is a concept in the law of contracts which describes words or conduct by a contracting party that evinces an intention not to perform or not to be bound by provisions of the agreement that require performance in the future.